Μια νέα χρονιά ξεκινά και οι Κύκλοι Μελέτης Αγίας Γραφής, η συχνότερη δραστηριότητα του Συλλόγου μας, μας προσκαλούν να ανακαλύψουμε το πρώτο χρονολογικά κείμενο της Καινής Διαθήκης, την Α΄ προς Θεσσαλονικείς Επιστολή του Αποστόλου Παύλου.
Ο Κύκλος του πατρός Μιχαήλ Σαντοριναίου, ιεροκήρυκα της Ι.Μ. Θεσσαλονίκης, θα πραγματοποιεί τακτικές συναντήσεις κάθε Πέμπτη στο Κεντρικό μας εντευκτήριο με ώρα έναρξης τις 20.45. Παράλληλα, θα μεταδίδεται από το κανάλι του παραρτήματός μας στο YouTube.
Ανυπομονούμε να σε δούμε από κοντά. Έλα κι εσύ μαζί μας σ’ αυτό το νέο μας ταξίδι στα νοήματα της Αγίας Γραφής!
Η Κλίμακα του Αγίου Ιωάννη, Λόγος 25ος περί ταπεινοφροσύνης
1
Εκείνος που θέλει να διηγήται με λόγια αισθητά την αίσθησι και την ενέργεια της αγάπης του Κυρίου στην κυριολεξία της, και της αγίας ταπεινοφροσύνης καθώς πρέπει, και της μακαρίας αγνότητος αληθινά, και της θείας ελλάμψεως παραστατικά, και του φόβου του Θεού πραγματικά, και της εσωτερικής πληροφορίας αλάνθαστα, και φαντάζεται ότι θα δώση να καταλάβουν αυτά τα πράγματα με την εξήγησί του όσοι δεν τα έχουν γευθή προσωπικώς, αυτός ομοιάζει με εκείνον πού θέλει να εξηγήση με λόγια και παραδείγματα, πόσο γλυκό είναι το μέλι σε εκείνους πού ποτέ δεν το εγεύθηκαν. Και ο μέν δεύτερος άδικα φιλολογεί, για να μην ειπώ βαττολογεί, ο δε πρώτος ή αγνοεί αυτά που διηγείται ή εμπαίζεται υπερβολικά από την κενοδοξία.
2
Ο παρών λόγος παρουσίασε ενώπιόν μας προς εξέτασι έναν θησαυρό, ο οποίος ευρίσκεται ασφαλισμένος μέσα σε οστράκινα σκεύη ή καλύτερα σε ανθρώπινα σώματα. Ένα θησαυρό πού η ποιότης του δεν μπορεί καθόλου να κατανοηθή με λόγια. Έχει δε ο θησαυρός αυτός απ΄ έξω μόνο μία επιγραφή, η οποία είναι ακατανόητη και παρέχει πολλήν και ατέλειωτη ερευνητική προσπάθεια σε όσους ζητούν να την εξηγήσουν με λόγια. Και η επιγραφή αυτή έχει ως εξής: «Η ΑΓΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΙΣ».
3
Όσοι οδηγούνται από το πνεύμα του Θεού, ας εισέλθουν μαζί μας στο νοερό και πάνσοφο τούτο συνέδριο και ας κρατούν νοερώς στα χέρια τους θεόγραπτες πλάκες γνώσεως.
Άρχισε λοιπόν το συνέδριο. Συγκεντρωθήκαμε και συζητήσαμε και ερευνήσαμε εξεταστικά την σημασία της σπουδαίας αυτής επιγραφής. Ένας έλεγε ότι ταπεινοφροσύνη είναι το να λησμονής αμέσως τα κατορθώματά σου. Άλλος, το να θεωρής τον εαυτό σου πιο τελευταίο και πιο αμαρτωλό από όλους. Άλλος, το να γνωρίσης καλά με τον νου σου την ιδική σου αδυναμία και ασθένεια. Άλλος, το να προλαμβάνης σε φιλονεικίες να διαλύης πρώτος την οργή. Άλλος, το να γνωρίζης καλά την χάρι και την ευσπλαγχνία του Θεού. Και ένας άλλος πάλι, το να αισθάνεσαι ψυχική συντριβή και να απαρνήσαι το ιδικό σου θέλημα.
Και εγώ αφού τα άκουσα όλα αυτά, και αφού τα εξέτασα μόνος μου με πολλή περίσκεψι και προσοχή, δεν κατώρθωσα με όσα άκουσα να καταλάβω την έννοια της μακαρίς ταπεινοφροσύνης. Γι΄αυτό ως έσχατος όλων, αφού εμάζευσα όπως ο σκύλος τα ψίχουλα πού έπεσαν από το τραπέζι των γνωστικών εκείνων και μακαρίων Πατέρων, κατέληξα στον εξής ορισμό:
Η ταπεινοφροσύνη είναι ανώνυμη χάρις της ψυχής η οποία μπορεί να ονομασθή μόνο από όσους την εδοκίμασαν εκ πείρας. Είναι ανέκφραστος πλούτος, ονομασία του Θεού, δωρεά του Θεού, εφ΄ όσον Εκείνος λέγει: «Μάθετε ούκ απ΄ Αγγέλου, ούκ απ΄ ανθρώπου, ούκ από δέλτου, αλλ΄ απ΄ εμού», δηλαδή από την ενοίκησί μου και την έλλαμψί μου και την ενέργειά μου μέσα σας, «ότι πράος είμι και ταπεινός τη καρδία και τω λογισμώ και τώ φρονήματι, και ευρήσετε ανάπαυσιν πολέμων και κουφισμόν λογισμών ταίς ψυχαίς υμών»
4
Διαφορετική είναι η όψις που παρουσιάζει η οσία αύτη άμπελος όταν ακόμη επικρατή ο χειμώνας των παθών, και διαφορετική όταν πλέον έλθη η άνοιξις (και η έναρξις) των καρπών, και διαφορετική όταν φθάση το θέρος των αρετών, παρ΄ όλον ότι όλες αυτές οι όψεις συμβάλλουν σε μία και την αυτή ευφροσύνη και καρποφορία. Γι΄ αυτό εμφανίζει και τα αντίστοιχα σημάδια και τις αποδείξεις των κατά καιρούς καρπών της.
5
Όταν αρχίζη να ανθίζη μέσα μας η σταφυλή της οσίας αυτής αμπέλου, αισθανόμεθα πάραυτα κόπωσι και μίσος προς κάθε ανθρώπινη δόξα και έπαινο, ενώ συγχρόνως εξορίζομε από μέσα μας τον θυμό και την οργή. Όσο δε έν τω μεταξύ προχωρεί κατά την πνευματική ηλικία μέσα στην ψυχή, η βασίλισσα αυτή των αρετών, κάθε καλό που εκτελούμε το θεωρούμε μηδέν ή μάλλον βδέλυγμα. Κυρίως συλλογιζόμαστε ότι κάθε ημέρα που περνά αυξάνει το φορτίο των αμαρτιών μας εξ αιτίας κρυφών και ασυναισθήτων αμαρτιών και αμελειών, πού σκορπίζουν τον πλούτο της ψυχής.
Το δε πλήθος των χαρισμάτων πού μας χορηγεί ο Θεός το βλέπομε σαν αιτία μεγαλυτέρας τιμωρίας, γιατί δεν μας αξίζει. Έτσι ο νους ασφαλίζεται από τους κλέπτες κλεισμένος μέσα στο βαλάντιο της μετριοφροσύνης. Ακούει μόνο τα κτυπήματα και τα παιγνίδια τους, χωρίς να επηρεάζεται καθόλου από αυτά. Και τούτο, διότι η μετριοφροσύνη είναι ταμείο απαραβίαστο.
6
Ετολμήσαμε δι΄ ολίγων να φιλοσοφήσωμε για την άνθησι και την μικρή ανάπτυξι τούτου του αειθαλούς καρπού. Αλλά για το ποιο είναι το τέλειο βραβείο, ο τέλειος καρπός της ιεράς αυτής αρετής, όσοι είσθε οικείοι του Κυρίου, ερωτήσατε τον Κύριον. Για την ποσότητα και μεγαλωσύνη της οσίας αυτής αρετής δεν είναι δυνατόν να ομιλήσω. Για την ποιότητά της πάλι είναι ακόμη πιο αδύνατο.
Έτσι ας επιχειρήσωμε πάλι να ομιλήσωμε για τις ιδιότητές της σύμφωνα με την σκέψι πού ήλθε στον νου μας.
7
Η μετάνοια που γίνεται με συνεχή φροντίδα και το πένθος πού είναι καθαρισμένο από κάθε κηλίδα και η οσιωτάτη των αρχαρίων ταπείνωσις διαφέρουν και διακρίνονται μεταξύ τους όσο ο άρτος από την ζύμη και το αλεύρι. Διότι συντρίβεται πρώτα η ψυχή και λεπτύνεται με την πραγματική μετάνοια.
Έπειτα ενώνεται κατά κάποιον τρόπο και, ας το ειπώ έτσι, συμφύρεται με τον Θεόν με το ύδωρ του αληθινού πένθους. Εν συνεχεία, αφού ανάψη με το πύρ του Κυρίου, εμφανίζεται ως στερεός άρτος η μακαρία ταπείνωσις, η άζυμος και άτυφος, (η οποία δηλαδή είναι απηλλαγμένη από την ζύμη της κακίας και την υπερηφάνεια).
Και όπως κάθε μία από τις τρεις αυτές αρετές, τις όμοιες με τρίπλοκη αλυσίδα ή καλύτερα με ουράνιο τόξο, εμφανίζει την ίδια δύναμι και ενέργεια και αποβλέπει στον ίδιο στόχο, θα πρέπει οπωσδήποτε να έχουν μεταξύ τους και τις ιδιότητες κοινές. Έτσι όποιο θα ονομάσης σημάδι της μιάς, θα το εύρης να είναι γνώρισμα και της άλλης.
Αυτό δε πού είπα θα προσπαθήσω με συντομία να το αποδείξω και να το επικυρώσω.
8
Πρώτη και εξαιρετική ιδιότης της ωραίας και αξιοθαύμαστης αυτής τριάδος είναι η μετά πολλής χαράς υποδοχή της ατιμίας, την οποία δέχεται με ανοικτά τα χέρια και την εναγκαλίζεται, με την σκέψι ότι καταπαύει και κατακαίει ψυχικές ασθένειες και μεγάλες αμαρτίες. Δεύτερο γνώρισμά της είναι η εξαφάνισις κάθε εκδηλώσεως θυμού, καθώς και η μετριοφροσύνη γι΄αυτή την επιτυχία. Η τρίτη δε και ανωτέρα βαθμίδα είναι η αναμφίβολος αμφιβολία για την ισχύ των καλών μας έργων, καθώς και η συνεχής έφεσις για μάθησι.
9
Όπως «τέλος νόμου και προφητών Χριστός, είς δικαιοσύνην παντί τώ πιστεύοντι» (Ρωμ. ι΄ 4), έτσι και τέλος των ακαθάρτων παθών σε καθέναν πού δεν προσέχει είναι η κενοδοξία και η υπερηφάνεια. Με το να τις φονεύη δε αυτές η νοερά έλαφος της ταπεινοφροσύνης [1], διαφυλάττει εκείνον ο οποίος συζή μαζί της απρόσβλητον από κάθε θανατηφόρο δηλητήριο. Πού να εμφανισθή αλήθεια σ΄αυτήν το δηλητήριο της υποκρισίας; Πού το δηλητήριο της καταλαλιάς; Πού να εμφωλεύση σ΄αυτήν όφις; Και εάν πάλιν εμφωλεύση, δεν θανατώνεται και δεν εξαφανίζεται, όταν τραβηχθή έξω από την καρδιά και φανερωθή; Δεν συναντάς σε όποιον συνδέεται με αυτήν μίσος ούτε κάποια μορφή αντιλογίας ούτε καμμία οσμή απειθαρχίας, εκτός αν τυχόν πρόκειται για θέματα πίστεως.
10
Όποιος την ενυμφεύθη είναι ήπιος, προσηνής, ευκατάνυκτος, ευσπλαγχνικός περισσότερο από κάθε άλλον. Είναι ακόμη γαλήνιος, χαρωπός, ευκολοκυβέρνητος, άλυπος, άγρυπνος, άοκνος, και -γιατί να λέγω πολλά;- απαθής∙ αφού «έν τη ταπεινώσει ημών εμνήσθη ημών ο Κύριος και ελυτρώσατο ημάς έκ των εχθρών ημών» (Ψαλμ. ρλε΄ 23-24) και έκ των παθών και μολυσμών.
11
Ο ταπεινόφρων μοναχός δεν πολυεξετάζει τα άρρητα μυστήρια, ενώ ο υπερήφανος ερευνά τα ακατάληπτα κρίματα του Θεού.
12
Σε κάποιον από τους πλέον γνωστικούς αδελφούς παρουσιάσθηκαν οφθαλμοφανώς οι δαίμονες και τον εμακάρισαν. Αυτός δε ο πάνσοφος τους απήντησε: «Εάν σταματήσετε να με επαινήτε με τους λογισμούς πού φέρνετε στην ψυχή μου, τότε εξ αιτίας της αναχωρήσεώς σας θα θεωρήσω τον εαυτόν μου μέγαν. Εάν όμως δεν σταματήσετε να με επαινήτε, τότε από τους ιδικούς σας επαίνους θα συλλογίζωμαι την ιδική μου ακαθαρσία, εφ΄ όσον είναι «ακάθαρτος παρά Κυρίω πάς υψηλοκάρδιος» (Παροιμ. ις΄ 5). Ή λοιπόν αναχωρείτε και γίνομαι αμέσως μέγας ή συνεχίζετε να με επαινήτε και αποκτώ με την συνεργία σας περισσότερη ταπείνωσι». Οι δαίμονες αμέσως κατεπλάγησαν διότι δεν είχαν τι να του απαντήσουν και έγιναν άφαντοι.
13
Να μην είναι η ψυχή σου ως προς το ζωοποιό τούτο νάμα, δηλαδή την ταπείνωσι, λάκκος πού άλλοτε την αναβλύζει και άλλοτε πάλι στερεύει από τον καύσωνα της φιλοδοξίας και της επάρσεως, αλλά πηγή απαθείας πού πάντοτε θα αναβλύζη από τα βάθη της ποταμό ολόκληρο ταπεινοφροσύνης. Γνώριζε, ώ φίλε μου, ότι οι κοιλάδες είναι εκείνες πού πληθαίνουν μέσα τους το σιτάρι και τον πνευματικό καρπό. Κοιλάδα σημαίνει ψυχή ταπεινωμένη ανάμεσα σε όρη, (δηλαδή ανάμεσα σε πνευματικές αρετές), η οποία πάντοτε είναι χωρίς υπερηφάνεια και πάντοτε παραμένει αμετακίνητη.
14
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
15
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
16
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
17
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
18
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
19
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
20
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
21
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
22
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
23
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
24
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
25t
εἰ γὰρ πιστεύομεν ὅτι Ἰησοῦς ἀπέθανε καὶ ἀνέστη, οὕτω καὶ ὁ Θεὸς τοὺς κοιμηθέντας διὰ τοῦ Ἰησοῦ ἄξει σὺν αὐτῷ.
Ἡ Καινή Διαθήκη μέ σύντομη ἐρμηνεία, Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα, Ἀπόδοση στήν κοινή νεοελληνική: Μάριος Ν. Δομουχτσῆς