Ποιος δεν γνωρίζει ότι ο άνθρωπος είναι ζώο ήμερο και κοινωνικό και όχι μοναχικό και άγριο; Διότι η ανθρώπινη φύση δεν έχει άλλο προτέρημα τόσο ξεχωριστό από την κοινωνικότητα, από το να έχει δηλαδή ο ένας ανάγκη του άλλου. Και έτσι από τη φύση της αγαπάει τα ομοειδή της. Γι’ αυτό ο Θεός ζητάει από μας τους καρπούς των σπερμάτων που εξ αρχής Εκείνος έσπειρε μέσα στην ανθρώπινη φύση και λέει: “Σας δίνω μια καινούργια εντολή, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον”.
Διότι θέλοντας ο Κύριος να παρακινήσει τις ψυχές μας σ’ αυτή την εντολή της αγάπης προς τον πλησίον, δεν ζήτησε από τους μαθητές του, τους Χριστιανούς, να κάνουν θαύματα ή άλλα παράδοξα σημεία και κατορθώματα, ώστε με αυτά να φανερώσουν την υποταγή τους και την μίμησή τους προς αυτόν· αντίθετα, ζητάει να έχουμε αγάπη μεταξύ μας, και λέει: “απ’ αυτό θα σας γνωρίσουν όλοι ότι είστε μαθητές μου, από την αγάπη που θα έχετε ο ένας για τον άλλο”. Και παντού σε κάθε του λόγο προσθέτει τις δύο αυτές εντολές.
Και την αγάπη προς τον συνάνθρωπο την προσλαμβάνει στον εαυτό Του και λέει: “πείνασα και μου δώσατε να φάω… στο βαθμό που τα κάνατε αυτά για έναν από αυτούς τους άσημους αδελφούς μου, τα κάνετε και για μένα”. Επομένως, όποιος πραγματοποιήσει την πρώτη εντολή της αγάπης προς τον Θεό, αυτός οπωσδήποτε ενεργεί και την δεύτερη εντολή της αγάπης προς τον συνάνθρωπο. Και πάλι, όταν εργάζεται την δεύτερη, επανέρχεται στην πρώτη, όπως αποφαίνεται ο Κύριος.
“Εκείνοι που με αγαπούν θα τηρήσουν τις εντολές μου. Και αυτή είναι η εντολή η δική μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως σας αγάπησα εγώ”. Γιατί, αγαπώντας τον διπλανό μας, εκπληρώνουμε την αγάπη προς τον Θεό, διότι ο Κύριος προσλαμβάνει στον εαυτό του την φροντίδα που δείχνουμε για τον διπλανό μας.
Γι’ αυτό και ο προφήτης Μωυσής προτιμούσε να ξεγραφτεί ο ίδιος από τα βιβλία του Θεού, αν ο Θεός δεν συγχωρούσε το αμάρτημα του λαού του. Και ο Απόστολος Παύλος αποτόλμησε να παρακαλέσει να γίνει ο ίδιος ανάθεμα μακριά από τον Χριστό για χάρη της αγάπης των αδελφών του των συγγενών κατά σάρκα. Και το έκανε αυτό, μιμούμενος τον ίδιο τον Κύριό μας, ο οποίος έγινε καταραμένος, για να ελευθερώσει τον άνθρωπο από την κατάρα της αμαρτίας και της παράβασης. Διότι γνώριζε ο ένθεος Απόστολος πως είναι αδύνατον να αποχωρισθεί από τον Θεό εκείνος που από την πολλή αγάπη προς αυτήν τη μεγάλη εντολή του προτιμά να στερηθεί την χάρη που έχει. Κι αυτά αποδεικνύουν επαρκώς σε πόσο μεγάλα μέτρα αρετής έφτασαν οι άγιοι.
– Μεγάλου Βασιλείου, Τα Ηθικά, Όρος 3ος