Οι προσκλήσεις της μετάβασης από την γη αυτή στην ουράνια Βασιλεία βρίσκονται πλήρως και τελείως στα χέρια του αγαθού Θεού μας. Και Εκείνος τις επιδίδει όποτε κρίνει ότι ήλθε για τον καθένα “το πλήρωμα του χρόνου”. Τοιουτοτρόπως ο Κύριος της ζωής και του θανάτου έκρινε ότι την 3η Αυγούστου 1979 έπρεπε να καλέσει πλησίον Του και το ιδρυτικό μέλος της Αδελφότητας Θεολόγων “Ο Σωτήρ”, τον αρχιμανδρίτη π. Βασίλειο Εμμανουήλ.
Προ 4ετίας ο αοίδιμος π. Βασίλειος είχε υποστεί δύο καρδιακά εμφράγματα και η υγεία του ήταν επισφαλής. Όμως σύντομα οι ιατροί βεβαίωναν ότι ήταν καλά. Έτσι, συνέχιζε την πνευματική εργασία του στη Θεσσαλονίκη. Όμως είπαμε ότι ο Κύριος κρίνει πότε θα καλέσει κοντά Του. Έτσι και ενώ πήγαινε στο εξομολογητήριό του για να δεχθεί τις ψυχές στο ιερό Μυστήριο της μετανοίας, καθ’ οδόν αισθάνθηκε αδιαθεσία. Μεταφέρθηκε αμέσως σε κλινική, δέχθηκε την βοήθεια των ιατρών, δεν μπόρεσε όμως η ήδη ταλαιπωρημένη καρδιά του να αντέξει στο νέο έμφραγμα και μετά από τρίωρο μόλις και ενώ συνεχώς ψέλλιζε το “δόξα σοι ο Θεός”, παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριό μας, στον οποίο είχε παραδώσει προηγουμένως και ολόκληρη τη ζωή του.
Ο π. Βασίλειος γεννήθηκε στην πόλη του Μεγάλου Βασιλείου, την Καισάρεια της Καππαδοκίας, το 1913. Παιδί ακόμη πήρε τον δρόμο της προσφυγιάς κατά την Μικρασιατική καταστροφή και εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα. Από τη μακρινή Καππαδοκία δεν πήρε υλικά πλούτη μαζί του. Έφερε όμως στην καρδιά του τη βαθιά πίστη και ευλάβεια των Μικρασιατών Ελλήνων, με την οποία είχε ποτιστεί στο περιβάλλον της Καισάρειας, όπου τα πάντα μιλούσαν για την δόξα της Εκκλησίας του Χριστού.
Γι’ αυτό και όταν μεγάλωσε, αποφάσισε να αφιερώσει τον εαυτό του στον Κύριο. Σπούδασε την θεολογία και αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μετά από λίγα έτη χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Κατά τα δύσκολα έτη του εμφυλίου πολέμου τοποθετήθηκε ως ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας και Ναούσης, παρέμεινε δε σε αυτή επί 24 συναπτά έτη (1947-1971).
Ο π. Βασίλειος ήταν “άνδρας αγαθός” και πλήρης ζήλου για τη σωτηρία των ανθρώπων και την δόξα του Θεού. Δεν διακρινόταν για κοσμικά προσόντα. Μιλούσε περισσότερο με την απλότητά του, την πίστη, την αγαθότητα, την αγάπη και την ταπεινοφροσύνη του. Πλησίαζε τους πάντες. Και τους πλέον φτωχούς και τους πλέον άσημους και τους μιλούσες αδελφικά. Φρόντιζε δε να μεταδίδει σε όλους τον Χριστό. Δεν παρέλειπε να επισκέπτεται και τα πιο απομακρυσμένα χωριά της Βέροιας και της Νάουσας. Τον θυμούνται τα εργοστάσια, τα σχολεία, οι αγρότες και ο λαός της Βέροιας και της Νάουσας για τις στοργικές του επισκέψεις. Γνωρίζοντας και την τουρκική, υπήρξε πνευματικός πλήθους γηραιών προσφύγων αδελφών μας, οι οποίοι αγνοούσαν ή δυσκολεύονταν να εξομολογηθούν στα ελληνικά, και έτσι εξομολογούνταν σε αυτόν στα τουρκικά.
Όταν δε κατά το 1971 μετατέθηκε στην άλλη ακριτική Μητρόπολη Παραμυθιάς, συνέχισε και εκεί με ζήλο το έργο του ευαγγελισμού του λαού της, ο οποίος είχε πράγματι μεγάλη ανάγκη. Εκεί, εκτελώντας το ιερό του καθήκον, δέχθηκε και την πρώτη επίσκεψη της καρδιοπάθειας. Όταν μετά από πολύ χρόνο ανέρρωσε, μη μπορώντας πλέον να ανταποκριθεί στους κόπους της εργασίας του ιεροκήρυκα, παραιτήθηκε οικειοθελώς από την δήμοσια θέση του και μετέβη στη Θεσσαλονίκη, όπου άσκησε επί τριετία το έργο του πνευματικού. Εκεί μέσω του Μυστηρίου της Εξομολογήσεως έβρισκαν την ανάπαυση πλείστες ψυχές, που ενισχύονταν από τον πράο και ταπεινό δούλο του Κυρίου.
Ενάρετη ψυχή ο π. Βασίλειος, αφοσιωμένος με όλη του τη ζωή στον Χριστό, και πλήρης αγαθών έργων αναχώρησε από τον κόσμο μας για την θριαμβεύουσα Εκκλησία, όπου αναπαύεται από τους κόπους και τους πόνους του πλησίον του Κυρίου και όπου ασφαλώς πρεσβεύει υπέρ του Συλλόγου μας και όλα τα πνευματικά του τέκνα.
Του π. Βασιλείου Εμμανουήλ ας είναι αιωνία η μνήμη!